βρίσκεστε εδώ: Αρχική σελίδα \ Πετρέλαιο

Έρευνα σοκ: Ενεργειακή φτώχεια και στα μεσαία εισοδήματα

Τους χειρότερους οιωνούς για την εφετινή, ακόμα πιο δύσκολη χρονιά, προδιαγράφουν τα στοιχεία έρευνας που πραγματοποίησαν πέντε ελληνικά πανεπιστήμια για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν οι καταναλωτές τις ανάγκες θέρμανσης κατά τον περυσινό βαρύ χειμώνα.

Η εφετινή μεγάλη αύξηση των φόρων (και συνεπώς της τελικής τιμής) στο πετρέλαιο θέρμανσης, οδηγεί μεγάλο αριθμό καταναλωτών στην αναζήτηση εναλλακτικών τρόπων για να ζεστάνουν τα σπίτια τους. Το κυρίαρχο φαινόμενο, ωστόσο, φαίνεται ότι θα είναι τα… ημιθερμαινόμενα ή και καθόλου θερμαινόμενα σπίτια, αν κρίνει κανείς από την τάση που καταγράφηκε ήδη από πέρυσι, χρονιά με πολύ βαρύ χειμώνα και ενώ οι τιμές του πετρελαίου δεν είχαν φτάσει στα τωρινά υψηλά επίπεδα.

Ο λόγος για τη δραματική μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης το χειμώνα 2011 – 2012 που κατέγραψε έρευνα την οποία πραγματοποίησαν, σε συνεργασία, τα Πανεπιστήμια Αθηνών, Πειραιώς και Δυτικής Ελλάδας, τα Πολυτεχνεία Κρήτης και Θεσσαλονίκης και το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, τον περυσινό χειμώνα παρατηρήθηκε πραγματική μέση μείωση ενεργειακής κατανάλωσης για θέρμανση, άρα  και μέση μείωση του επιπέδου θέρμανσης των κατοικιών, κατά 35%. Ιδιαίτερα στα χαμηλά εισοδήματα (έως 10.000 ευρώ ετησίως) καθώς και στα μεσαία (20.000 με 30.000 ευρώ ετησίως) παρατηρήθηκε ακόμη μεγαλύτερη μείωση, η οποία έφθασε το 42,5% και το 41% αντιστοίχως. Στην κατηγορία μάλιστα των χαμηλών εισοδημάτων, υπάρχει για πρώτη φορά ένα ποσοστό 3% των νοικοκυριών που δεν χρησιμοποίησε κανένα σύστημα θέρμανσης για όλον τον χρόνο!

Φαίνεται, δε, ότι οι καταναλωτές προτίμησαν να μειώσουν τα έξοδα θέρμανσης περισσότερο από άλλες (προφανώς πιο ανελαστικές) οικογενειακές δαπάνες, καθώς στα ίδια νοικοκυριά που η ενεργειακή κατανάλωση μειώθηκε κατά 35%, η μείωση του καθαρού μέσου οικογενειακού εισοδήματος ήταν μικρότερη, και κυμάνθηκε γύρω στο 14%.

«Η κρίση και η συμπίεση των εισοδημάτων οδηγεί πλέον σε ενεργειακή φτώχεια και μάλιστα με ρυθμούς ταχύτερους από άλλους τομείς, Φανταστείτε τι θα γίνει τον εφετινό χειμώνα που τα εισοδήματα έχουν συμπιεστεί περεταίρω και οι τιμές των καυσίμων έχουν αυξηθεί» υποστηρίζει, μιλώντας στο energypress ο επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας, καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην πρόεδρος του ΚΑΠΕ  κ. Μάνθος Σανταμούρης.

 

Βαρύς χειμώνας

Ο χειμώνας 2011-2012 ήταν για όλη τη χώρα, αλλά κυρίως για τη Βορειοδυτική Ελλάδα, ο πιο βαρύς των τελευταίων πενήντα χρόνων (από το 1961 οπότε υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία της ΕΜΥ ως σήμερα). Στα βόρεια της χώρας οι εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες συνοδεύθηκαν και από χιονόστρωση που έφθασε ακόμη και τις 70 ημέρες. Παρόλα αυτά, με βάση την έρευνα, η ενεργειακή κατανάλωση, αντί να αυξηθεί, μειώθηκε κατά 10,5% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, η οποία ήταν επίσης «χρονιά κρίσης».

Ειδικότερα, με βάση την κατανάλωση του πρώτου χειμώνα 2010-2011 (η μέση κατανάλωση ήταν 122,5 kwh ανά m²) και τις θερμαντικές ανάγκες του δεύτερου χειμώνα (2011- 2012), που ήταν βαρύτερος, η μέση ενεργειακή κατανάλωση αναμενόταν να είναι 167,7 kwh/m².

Ωστόσο η μέση κατανάλωση του δεύτερου χειμώνα ήταν μόλις 109,6 kwh/m², δηλαδή περίπου 10,5% μικρότερη σε απόλυτες τιμές και περίπου 35% μικρότερη από αυτήν που ανέμεναν οι επιστήμονες με βάση τις κλιματικές συνθήκες. Η οικονομική κρίση μείωσε την πραγματική ενεργειακή κατανάλωση κατά το ένα τρίτο σε σχέση με αυτό που φυσιολογικά αναμενόταν.

«Αποδεικνύεται ότι υπάρχει πλήρης αντιστοιχία ανάμεσα στη μείωση του εισοδήματος και στη μείωση της κατανάλωσης για θέρμανση, με πολύ βαριές όμως συνέπειες στην ποιότητα ζωής των πολιτών, καθώς αυτό μεταφράζεται σε μείωση του χρόνου θέρμανσης κατά 35% μέσα σε μια τυπική ημέρα, καθώς και μείωση των επιπέδων στα οποία ρυθμίζεται ο θερμοστάτης μέσα στο σπίτι» υποστηρίζει ο κ. Σανταμούρης. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι στις οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα (έως 10.000 ευρώ) η ενεργειακή κατανάλωση μειώθηκε κατά 42,5%, με πολύ μεγάλο αριθμό νοικοκυριών να μην μπορούν να καλύψουν ούτε τις ελάχιστες ανάγκες θέρμανσης.«Αν λάβει κανείς υπόψη ότι το μεγάλο μέρος του πληθυσμού αυτού αποτελείται από ευπαθείς και ανήμπορους πολίτες, αντιλαμβάνεται εύκολα το μέγεθος του προβλήματος που έχει δημιουργηθεί» συμπληρώνει.

Η μέση κατανάλωση τη χειμερινή περίοδο 2010-2011 γι’ αυτά τα χαμηλά εισοδήματα ήταν 82,7 kWh/m² . Τον επόμενο χειμώνα, ο οποίος ήταν πολύ πιο βαρύς, η κατανάλωση έπεσε στις 64,9 kWh/m², ενώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ειδικών, αναμενόταν λογικά να αυξηθεί και να φθάσει λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών στις 113 kWh/m² τον χρόνο. Αντιστοίχως, η μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης στα νοικοκυριά με ετήσιο εισόδημα 20.000 – 30.000 έφθασε το 41%.

Ανισότητες

Ούτως ή άλλως βέβαια, η κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση στις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις ήταν και είναι σε απόλυτη τιμή και ανά τετραγωνικό μέτρο κατοικίας περίπου η μισή απ’ ό,τι στις υψηλές τάξεις.
Η έρευνα δείχνει ότι και στα μεσαία εισοδήματα υπήρξε επίσης σημαντική μείωση της ενεργειακής δαπάνης.
Αντίθετα, στα υψηλά και στα πολύ υψηλά εισοδήματα η κατανάλωση αυξήθηκε τον περασμένο χειμώνα ως και 10% σε σύγκριση με εκείνον του 2010-2011, γεγονός πλήρως αναμενόμενο δεδομένου ότι οι ομάδες αυτές του πληθυσμού δεν επηρεάζονται από την οικονομική κρίση.

Κάτι αντίστοιχο καταγράφει η έρευνα για τις διαφορές ανάμεσα στις μονοκατοικίες και στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών. Στα διαμερίσματα η μείωση της ενεργειακής δαπάνης ήταν 17% σε απόλυτες τιμές, η οποία αντιστοιχεί σε μείωση κάλυψης των πραγματικών αναγκών θέρμανσης κατά 40%.  Στις μονοκατοικίες η μέση ενεργειακή κατανάλωση περιορίστηκε κατά 9,3% σε απόλυτες τιμές, που αντιστοιχεί σε μείωση κάλυψης των αναγκών θέρμανσης κατά 32%. Προφανώς πολλές πολυκατοικίες έχουν τα γνωστά προβλήματα με κοινόχρηστα που δεν καταβάλλονται κ.λπ.

«Τρύπια» και σπάταλα τα ελληνικά κτήρια 

Με βάση την έρευνα των Πανεπιστημίων, ελάχιστοι πολίτες αντιμετώπισαν την προοπτική βελτίωσης του κελύφους των κτιρίων τους ώστε να μειώσουν την ενεργειακή τους κατανάλωση. Η βελτίωση των κουφωμάτων, η πιθανή προσθήκη μόνωσης, η αντικατάσταση του καυστήρα αποτελούν λύσεις που μπορούν να μειώσουν την ενεργειακή κατανάλωση στο μισό και για πάντα. Εντούτοις η έλλειψη οικονομικών πόρων, αλλά και η άγνοια των πολιτών σε θέματα εξοικονόμησης ενέργειας, δεν βοηθούν ώστε να επιλεγούν λύσεις μακροχρόνιας απόδοσης.

Το πρόβλημα, δε, στην Ελλάδα, όσον αφορά την θερμομόνωση των κτηρίων είναι τεράστιο. Όπως σχολιάζει ο κ. Σανταμούρης, ο οποίος ως πρόεδρος του ΚΑΠΕ ήταν ο εμπνευστής των προγραμμάτων επιδοτούμενης ενεργειακής αναβάθμισης των κτηρίων (εξοικονομώ, εξοικονόμηση κατ΄οίκον κ.λπ.) «άσχετα από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και τον βαρύ χειμώνα, η κατανάλωση ενέργειας για θέρμανση στα ελληνικά νοικοκυριά είναι, σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα, εξαιρετικά υψηλή και σχεδόν αγγίζει τιμές κατανάλωσης βόρειων ευρωπαϊκών κτιρίων, και μάλιστα μέτριας κατασκευαστικής ποιότητας».

Σύμφωνα με την Εurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά παρουσιάζουν, με κλιματική αναγωγή, την μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση στην Ευρώπη, περίπου 30% μεγαλύτερη από αυτή της Ισπανίας και περίπου διπλάσια από την κατανάλωση της Πορτογαλίας, ενώ είναι σημαντικά μεγαλύτερη από χώρες με ψυχρότερο κλίμα όπως το Βέλγιο και οι Σκανδιναβικές χώρες. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση ενέργειας των εμπορικών κτιρίων είναι εξαιρετικά υψηλή, και σχετικές στατιστικές έχουν διαπιστώσει ότι  η ενεργειακή κατανάλωση των γραφείων στην χώρα μας είναι συγκριτικά η μεγαλύτερη ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες.

Αιτία γι’ αυτή τη σπατάλη ενέργειας; «Η επί δεκάδες χρόνια αδράνεια της ελληνικής Πολιτείας να θεσπίσει νόμους και προδιαγραφές για τη θερμική ποιότητα των κατασκευών και η έλλειψη ενδιαφέροντος από την ελληνική κατασκευαστική βιομηχανία που προσθέτει σήμερα μια τεράστια «ποινή» στα ελληνικά νοικοκυριά, τα οποία καλούνται να καλύψουν – στη μέση της πιο μεγάλης οικονομικής κρίσης – τις παραλείψεις των κυβερνώντων» δηλώνει στο energypress ο καθηγητής κ. Σανταμούρης.